- Ταραντινίζω
- Τᾰραντῑν-ίζω,
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
ταραντινίζω — Α [ταραντῑνος] 1. (κυρίως) ιππεύω όπως οι Ταραντίνοι 2. (γενικά) μιμούμαι τους Ταραντίνους 3. είμαι με το μέρος τών Ταραντίνων … Dictionary of Greek
Ταραντινίζειν — Ταραντινίζω ride like a Tarentine horseman pres inf act (attic epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)